Σε ποιες περιπτώσεις επιτρέπεται η διεξαγωγή δίκης κεκλεισμένων των θυρών και ποιος αναιρετικός λόγος ιδρύεται από την παράκαμψη διάταξης που την προβλέπει ρητά

  • Post category:Άρθρα
Print Friendly, PDF & Email

Από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.2 του Συντάγματος και 113 παρ.1 εδ.α ΚΠολΔ συνάγεται ότι οι συνεδριάσεις όλων των πολιτικών δικαστηρίων γίνονται δημόσια, ως εγγύηση της δίκαιης δίκης. Κατά τις διατάξεις του άρθρου 114 αρ. 1,2 και 3ΚΠολΔ,αν η διεξαγωγή της συζήτησης θα μπορούσε να είναι επιβλαβής για τα χρηστά ήθη ή τη δημόσια τάξη ,το δικαστήριο μπορεί να διατάξει και αυτεπαγγέλτως τη διεξαγωγή ολόκληρης της συζήτησης ή ενός μέρους της κεκλεισμένων των θυρών. Η απόφαση δεν επιτρέπεται να εκδοθεί χωρίς προηγούμενη ακρόαση των διαδίκων ή των πληρεξουσίων τους…Η συζήτηση γίνεται δημόσια εκτός αν το δικαστήριο κρίνει σκόπιμο να γίνει και αυτή κεκλεισμένων των θυρών. Η απόφαση που διατάζει να γίνει η συζήτηση κεκλεισμένων των θυρών ,καθώς και η απόφαση για την υπόθεση δημοσιεύονται σε δημόσια συνεδρίαση. Εξάλλου, διεξαγωγή της δίκης κεκλεισμένων των θυρών προβλέπεται από ειδικές διατάξεις όπως ενδεικτικά των άρθρων 800 παρ.6 ΚΠολΔ (υιοθεσία),799 παρ.2 ΚΠολΔ(άδεια για τεχνητή γονιμοποίηση), που αποβλέπουν στην προστασία της ιδιωτικής ή οικογενειακής ζωής των διαδίκων. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 256 αρ.1περ.γ ΚΠολΔ ,για την προφορική συζήτηση στο ακροατήριο συντάσσονται από το γραμματέα και με τις οδηγίες του δικαστή που διευθύνει τη συζήτηση πρακτικά ,που πρέπει να περιέχουν εκτός άλλων ,αν η συζήτηση έγινε δημόσια ή κεκλεισμένων των θυρών. Τα πρακτικά αποτελούν πλήρη απόδειξη ως προς τη συζήτηση και το περιεχόμενό της και η τήρηση των διατυπώσεων της προφορικής συζήτησης μπορεί να αποδειχθεί μόνο από τα πρακτικά ( ΑΠ 921 / 2019  Β1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ).

Σύμφωνα με το άρθρο 559 αριθ. 7 ΚΠολΔ “αναίρεση επιτρέπεται (και) αν παράνομα αποκλείστηκε η δημοσιότητα της διαδικασίας”. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων (93Σ, 114 ΚΠολΔ) προκύπτει ότι ο εξεταζόμενος λόγος αναιρέσεως ιδρύεται, όταν παρανόμως, χωρίς δηλαδή τη συνδρομή των προϋποθέσεων του Συντάγματος και του νόμου αποκλείστηκε η δημοσιότητα της διαδικασίας. Λόγος αναιρέσεως από τη διάταξη αυτή δεν ιδρύεται στην περίπτωση κατά την οποία, παρά την υποχρέωση από το νόμο (άρθρα 114, 802 παρ. 3 ΚΠολΔ) το δικαστήριο δεν απέκλεισε τη δημοσιότητα της συνεδριάσεως, διότι μόνο η έλλειψη της δημοσιότητας όχι δε και η μη τήρηση της μυστικότητας αναγράφεται μεταξύ των λόγων αναιρέσεως. Αυτό όμως δεν αποκλείει η απόφαση που δεν απέκλεισε τη δημοσιότητα της συνεδριάσεως να είναι αναιρετέα επί τη βάσει του λόγου από το άρθρο 559 αριθ. 14 ΚΠολΔ, κατά την οποία λόγος αναιρέσεως ιδρύεται (και) αν το δικαστήριο, παρά το νόμο, δεν κήρυξε ακυρότητα ή απαράδεκτο. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση που το δικαστήριο συνεδρίασε δημόσια ενώ όφειλε κατά νόμο, χωρίς να έχει διακριτική ευχέρεια σχετικώς, να δικάσει κεκλεισμένων των θυρών, οπότε υπήρχε παραβίαση κανόνα δημοσίας τάξεως, η οποία συνεπάγεται δικονομική ακυρότητα κατά το άρθρο 159 ΚΠολΔ, που στηρίζει τον άνω αναφερόμενο αναιρετικό λόγο. Περίπτωση υποχρεωτικής από το νόμο διεξαγωγής της συζήτησης κεκλεισμένων των θυρών αποτελεί η διάταξη του άρθρου 802 παρ. 4 ΚΠολΔ σύμφωνα με την οποία “Η διεξαγωγή ολόκληρη της συζήτηση (σε δίκες για την υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική συμπαράσταση) γίνεται “κεκλεισμένων των θυρών”, με εφαρμογή κατά τα λοιπά του άρθρου 114 (ΚΠολΔ)”. Η διάταξη αυτή που αποτελεί το νέο άρθρο 802 ΚΠολΔ  και με την οποία κάμπτεται η άνω αναφερόμενη θεμελιώδης αρχή της δημοσιότητας των συνεδριάσεων των δικαστηρίων (άρθρ. 9 παρ. 2 του Συντάγματος) και καθιερώνεται η διεξαγωγή ολόκληρης της συζήτησης “κεκλεισμένων των θυρών” θεσπίσθηκε χάριν της διασφάλισης και προστασίας του προσώπου του πάσχοντος (βλ. και άρθρ. 95 παρ. 6 του ν. 2071/1992 σχετικά με τη δίκη που αφορά την υποβολή προσώπου σε ακούσια νοσηλεία, όπου καθιερώνεται η “κεκλεισμένων των θυρών” συνεδρίαση του δικαστηρίου “ώστε να προστατεύεται η ιδιωτική ζωή του ασθενούς”). Η παραβίαση συνεπώς της διατάξεως αυτής δημιουργεί ακυρότητα και θεμελιώνει τον προβλεπόμενο από το άρθρο 559 αριθ. 14 λόγο αναιρέσεως (ΑΠ 1518/2007 Δ’ Πολιτικό Τμήμα).