Κατά το άρθρο 1879 ΑΚ, εφόσον δεν έχει παραγραφεί η αγωγή περί κλήρου, ο νομέας της κληρονομίας δεν μπορεί να επικαλεσθεί κατά του κληρονόμου την χρησικτησία πράγματος που νέμεται ως ανήκον στην κληρονομία κατ’ αντιποίηση κληρονομικού δικαιώματος έστω και κακοπίστως.
Με την διάταξη αυτή δεν καθιερώνεται αναστολή ή διακοπή της χρησικτησίας, σκοπείται όμως η διατήρηση του πλεονεκτήματος που εξασφαλίζει στον αληθή κληρονόμο ο μακρός χρόνος παραγραφής της περί κλήρου αξιώσεως, διότι σύμφωνα με αυτήν η τυχόν κτηθείσα κυριότητα του νομέα της κληρονομίας δεν είναι αντιτάξιμη κατά του κληρονόμου, μέχρι την απόσβεση της περί κλήρου αξιώσεως, ούτε ως μέσο άμυνας κατά της περί κλήρου αγωγής του κληρονόμου, ούτε με επιθετική πράξη του νομέα, ήτοι εμπράγματη αγωγή κυριότητος του κατεχομένου κληρονομιαίου πράγματος.
Η περί κλήρου αξίωση υπόκειται στην συνήθη εικοσαετή παραγραφή του άρθρου 249 ΑΚ με αφετηρία την κατάληψη έστω και μερικών από τα κληρονομιαία πράγματα, επέρχεται δε διακοπή της, κατ’ άρθρο 261 ΑΚ, με την άσκηση της περί κλήρου αγωγής και επέκεινα με κάθε διαδικαστική πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου, αφορώσα την αγωγή αυτήν. Ως αγωγή, κατά την έννοια της άνω διατάξεως, επαγομένη την διακοπή της παραγραφής, νοείται και η προπαρασκευαστική της αξιώσεως αναγνωριστική τοιαύτη, με την οποία διώκεται η αναγνώριση εννόμου σχέσεως που αποτελεί την βάση της . Η ως άνω διάταξη του άρθρου 1879 ΑΚ εναρμονίζεται προς τα οριζόμενα στο άρθρο 1052 ΑΚ, κατά το οποίο ο χρόνος της χρησικτησίας που έτρεξε υπέρ του νομέα της κληρονομίας υπολογίζεται υπέρ του αληθούς κληρονόμου(ΑΠ 1180/2012).