Η αξίωση αποζημίωσης πελατείας του εμπορικού αντιπροσώπου μπορεί να εγερθεί αναλογικά και από τον αποκλειστικό διανομέα

  • Post category:Άρθρα
Print Friendly, PDF & Email

Με το άρθρο 9 παρ.1 του π.δ/τος 219/1991, που εκδόθηκε για την ενσωμάτωση στην ελληνική έννομη τάξη του άρθρου 17 της Οδηγίας 86/653/ΕΟΚ του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, για το συντονισμό των δικαίων των κρατών μελών όσον αφορά τους εμπορικούς αντιπροσώπους, οι διατάξεις του οποίου εφαρμόζονται αναλογικά και επί των συμβάσεων αποκλειστικής διανομής, οι οποίες, κατά τα ουσιώδη αυτών στοιχεία, ομοιάζουν με τη σύμβαση εμπορικής αντιπροσωπείας (άρθρο 14 παρ. 4 του ν. 3557/2007), ορίζονται τα σχετικά με την αποζημίωση πελατείας.

Συγκεκριμένα:

Η αποζημίωση πελατείας είναι μια ιδιόρρυθμη αξίωση αμοιβής, που κινείται μεταξύ δύο ισοδύναμων πόλων, εκείνου της αμοιβής και εκείνου της επιείκειας, οι οποίοι δικαιολογούν τον χαρακτηρισμό της ως ένα είδος εύλογης ή δίκαιης αποζημίωσης, που προσομοιάζει με την αποζημίωση για διαφυγόν κέρδος με στοιχεία παράλληλα και από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Η αξίωση αυτή γεννιέται όταν συντρέξουν σωρευτικά όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις, τις οποίες πρέπει να επικαλεσθεί με τη σχετική αγωγή του και να αποδείξει ο εμπορικός αντιπρόσωπος, δηλαδή απαιτείται, α) η εισφορά νέων πελατών ή η σημαντική προαγωγή των υποθέσεων με τους υπάρχοντες πελάτες από τον εμπορικό αντιπρόσωπο κατά τη διάρκεια της σύμβασης, β) η διατήρηση και μετά τη λύση της σύμβασης ουσιαστικών ωφελειών για τον αντιπροσωπευόμενο, που προκύπτουν από τις υποθέσεις με τους πελάτες αυτούς και γ) η καταβολή της αποζημίωσης να είναι δίκαιη με βάση όλες τις περιστάσεις κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης. Ως εισφορά νέων πελατών νοείται η προσέλκυση από τη δραστηριότητα του εμπορικού αντιπροσώπου νέων πελατών, δηλαδή πελατών που δεν υπήρχαν προηγουμένως, ως σημαντική δε προαγωγή των υποθέσεων με υπάρχοντες πελάτες νοείται η ασυνήθιστη αύξηση του κύκλου των εμπορικών συναλλαγών μ` αυτούς, κρίσιμοι δε χρόνοι για τη σχετική σύγκριση και τη διαπίστωση ή μη της εισφοράς νέων πελατών και της σημαντικής προαγωγής των υποθέσεων με τους παλαιούς πελάτες είναι η έναρξη και η λήξη της σύμβασης (ΑΠ 1596/2017, ΑΠ 1441/2015). Αντίστοιχα, διατήρηση των ουσιαστικών ωφελειών για τον παραγωγό από υποθέσεις με τους νέους ή παλαιούς πελάτες του εμπορικού αντιπροσώπου υπάρχει όχι μόνο όταν επιβιώνουν τυχόν διαρκείς συμβάσεις, που είχε καταρτίσει με τρίτους ο εμπορικός αντιπρόσωπος, αλλά και όταν από την εκμετάλλευση του γνωστού στον παραγωγό πελατολογίου του αντιπροσώπου, υπάρχει, για την ίδια περιοχή, εν δυνάμει πελατεία με την προοπτική κέρδους γι` αυτόν, έστω και αν τα συμβατικά προϊόντα είναι επώνυμα και συνεπώς γνωστά στο καταναλωτικό κοινό, λόγω και των διαφημιστικών ενεργειών του ίδιου του παραγωγού. Κριτήρια δε, για τον καθορισμό του ύψους της αποζημίωσης πελατείας συνιστούν το μέγεθος της πελατείας που παραμένει στον παραγωγό μετά τη λύση της σύμβασης εμπορικής αντιπροσωπείας, η αντίστοιχη ωφέλειά του και η δημιουργία κέρδους για τον αντιπρόσωπο, αν συνεχιζόταν η σύμβαση (Ολ. ΑΠ 15,16/2013). Εξάλλου, η σχετική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς το ποσό της δίκαιης αποζημίωσης πελατείας ανήκει στη διακριτική ευχέρειά του και δεν ελέγχεται αναιρετικά, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση πραγματικών γεγονότων, χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, οπότε και δεν νοείται εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου είτε ευθέως είτε εκ πλαγίου (Ολ.ΑΠ 15, 16/2013). Αντίθετα, ελέγχεται αναιρετικά για ευθεία ή εκ πλαγίου παράβαση της ανωτέρω διάταξης το ουσιαστικό αποδεικτικό πόρισμα του δικαστηρίου της ουσίας για τη συνδρομή ή μη των προαναφερόμενων προϋποθέσεων γένεσης της αξίωσης για αποζημίωση πελατείας (AΠ 1369/2019, ΑΠ 1265/2019, ΑΠ 1596/2017, ΑΠ 141/2015), ήτοι των ανωτέρω τριών προϋποθέσεων που ορίζονται στη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 1 του π.δ/τος 219/1991 (533/2022 ΑΠ).