«Νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής…»: Τι είδους τόκος επιδικάζεται από το Δικαστήριο σύμφωνα μ’ αυτή τη διατύπωση;

  • Post category:Άρθρα
Print Friendly, PDF & Email

Κατά το άρθρο 346 ΑΚ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 ν. 4055/2012: “Ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, και αν δεν είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή ή η διαταγή πληρωμής για το ληξιπρόθεσμο χρέος (τόκος επιδικίας). Το ποσοστό του τόκου επιδικίας είναι δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες ανώτερο του τόκου υπερημερίας, όπως ο τελευταίος ορίζεται εκάστοτε από το νόμο ή με δικαιοπραξία. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει, εάν πριν από τη συζήτηση της αγωγής ο οφειλέτης αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συμβιβαστεί εξωδίκως, ή εάν δεν ασκήσει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής αντιστοίχως. Με αίτημα του εναγομένου το δικαστήριο δύναται κατ’ εξαίρεση, εκτιμώντας τις περιστάσεις, να επιδικάσει την απαίτηση με το νόμιμο ή συμβατικό τόκο υπερημερίας. Η εξαίρεση ισχύει ιδίως για τις κατ’ εύλογη κρίση του δικαστηρίου επιδικαζόμενες χρηματικές απαιτήσεις. Από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης που επιδικάζει εντόκως χρηματική οφειλή ή απορρίπτει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής το ποσοστό του τόκου επιδικίας είναι τρεις (3) εκατοστιαίες μονάδες ανώτερο του τόκου υπερημερίας. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει εάν δεν ασκηθεί ένδικο μέσο κατά της οριστικής απόφασης“.

Ratio της ανωτέρω ρύθμισης είναι ο περιορισμός της φιλοδικίας και της άσκοπης απασχόλησης των δικαστηρίων από δικαστικούς αγώνες που δεν έχουν ουσία. Ταυτόχρονα ενθαρρύνεται και επιβραβεύεται άμεσα ο οφειλέτης που, μεταξύ των άλλων, πριν από τη συζήτηση της αγωγής, αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συμβιβαστεί εξωδίκως. Αν μάλιστα εμμένει να αντιδικεί, μολονότι ηττήθηκε πρωτοδίκως, διακινδυνεύει περαιτέρω αύξηση του επιτοκίου επιδικίας, γι’ αυτό και εδώ ενθαρρύνεται  και επιβραβεύεται άμεσα ο διάδικος που  ηττήθηκε,  αν αποδεχθεί την οριστική απόφαση και τερματίσει την αντιδικία. Η εξαίρεση που προβλέπεται επιτρέπει στο δικαστή να σταθμίσει εκείνες τις περιπτώσεις που ο εναγόμενος ευλόγως αντιδικεί, επειδή πρόκειται για απαίτηση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης (π.χ. ηθική βλάβη) ή επειδή προβάλλει ένσταση συμψηφισμού (βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 4055/2012).

Έτσι, ο νόμιμος τόκος … μετά την επίδοση της αγωγής, είναι ο (αυξημένος) τόκος επιδικίας. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται ρητή μνεία γι’ αυτό στη δικαστική απόφαση, ενώ, αντίθετα, απαιτείται ρητή αναφορά σ’ αυτήν, όταν το δικαστήριο κατ’ εξαίρεση επιδικάζει την απαίτηση με το νόμιμο ή το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας. Ο περιορισμός δε του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό δεν συνιστά λόγο για την κατ’ εξαίρεση επιδίκαση του τόκου υπερημερίας, ο οποίος, κατά τη σαφή πρόθεση του νομοθέτη, πρέπει να επιδικάζεται μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο οφειλέτης χρηματικής απαίτησης ευλόγως αντιδικεί, δεδομένου ότι μοναδικό κριτήριο για την εξαίρεση από την επιδίκαση τόκου επιδικίας είναι το εύλογο ή όχι της αντιδικίας (ΑΠ 1207/2017 ΕλΔνη 2018,102, ΑΠ1059/2017 ΕλΔνη 2017, 1692, ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 443/2018).

Από τη διάταξη του άρθρου 346 ΑΚ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 2055/2012 και ισχύει από 2-4-2012) δεν συνάγεται ότι για την επιδίκαση τόκων επιδικίας θα πρέπει να υπάρχει ιδιαίτερο σχετικό αίτημα στην αγωγή, αφού η υποχρέωση καταβολής τόκων επιδικίας προκύπτει απευθείας από το νόμο και όταν το δικάζον δικαστήριο επιδικάζει την απαίτηση με την υποχρέωση καταβολής του νομίμου τόκου, νοείται ο νόμιμος τόκος επιδικίας για τον οποίο δεν απαιτείται ρητή αναφορά στην δικαστική απόφαση. Αντιθέτως ρητή αναφορά απαιτείται όταν το δικαστήριο κατ’ εξαίρεση επιδικάζει απαίτηση με το νόμιμο επιτόκιο υπερημερίας, όπως επί χρηματικών απαιτήσεων για τις οποίες υφίσταται εύλογη αντιδικία (ΜονΕφΘ 478/2017 αδημ.) (ΜΠΡ Σπάρτης 75/2021 ΤΝΠ Ισοκράτης).